- Ἀκίλιος
- Ἀκίλιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀκιλίου — Ἀκίλιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκιλίῳ — Ἀκίλιος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκίλιον — Ἀκίλιος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ακιλία γενιά — Το αρχαιότερο γένος πληβείων της Ρώμης. Τα σπουδαιότερα μέλη των διαφόρων κλάδων του ήταν τα ακόλουθα: 1. Ακίλιος Μάνιος Γλαβρίων (τέλος 3ου αι. – αρχές 2ου αι. π.Χ.). Ύπατοςτο 191 π.Χ. Φίλος του Κορνηλίου Σκιπίωνα του Αφρικανού. Κατέστειλε το… … Dictionary of Greek